Το βασιλικό είναι πολύ έξυπνα γραμμένο. Μπορείς να καταλάβεις ό,τι θέλεις, μπορείς κάλλιστα να καταλάβεις ακριβώς αυτό που ήθελε κι ο ποιητής να καταλάβεις, αλλά αν του πει κανείς τίποτα, μπορεί να περάσει και για απλό τραγούδι του νόστου. Ακόμα και εκεί που λέει ευθέως τη λέξη βασιλιάς, δεν αποδεικνύεται ότι εννοεί κυριολεκτικόν βασιλιά.
(Σε περίπτωση που έρχονταν τα πράγματα έτσι ώστε να λογοκρίνονται οι εκδηλώσεις βασιλοφροσύνης, αυτό το τραγούδι είχε σοβαρές πιθανότητες να περάσει αλώβητο, καθώς μάλιστα παραδοσιακά οι λογοκριτές είναι ντουβάρια και τους ξεγελάς εύκολα.)
Μουσικά βέβαια δε με ενθουσιάζει. Το κλασικό τουνταίικο στιλ συνθέσεων με περίτεχνες αλλαγές το βρίσκω να μην πολυταιριάζει με τη χαρμόσυνη απλότητα του καλαματιανού και με τη δανεική εισαγωγή (σε κάποιο μεσαίο σημείο), την κλασική που κυκλοφορεί σε διάφορα τραγούδια όπως Λεμονάκι μυρωδάτο, Ανέβηκα στην πιπεριά και άλλα.
Το άλλο, μοιρολόι για τον Βενιζέλο, γραμμένο με την ίδια ακριβώς αλληγορική διάθεση. Μουσικά, εδώ ο Τούντας δανείζεται δημιουργικά από τον εαυτό του, δίνοντας άλλη μια παραλλαγή της Κουβέντας με τον Χάρο / Πασαλιμανιώτισσας. Πιο ταιριαστό το βρίσκω, δεν ξέρω αν επηρεάζομαι από το γεγονός ότι τον σκοπό τον ήξερα ήδη ως χαροντικό τραγούδι και γι’ αυτό μού πάει και ως πένθιμο, αλλά νομίζω ότι δεν είναι αυτό - απλώς ταιριάζει.